τουατάρα

τουατάρα
ο, Ν
ζωολ. κοινή τοπική ονομασία τού σφηνόδοντος, μοναδικού αρτίγονου ερπετού τής τάξης ρυγχοκέφαλα, το οποίο θεωρείται ζωντανό απολίθωμα επειδή παραμένει μορφολογικά αναλλοίωτο για περισσότερα από 140 εκατομμύρια χρόνια και απαντά στα νησιά της Νέας Ζηλανδίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. tuatara < tuatara, λ. τής γλώσσας Μαορί < tua «πλάτη, πίσω» + tara «σπονδυλική στήλη»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σφηνόδους ο στικτός ή τουατάρα — (sphenodon punctatum ή hatteria punctata). Ερπετό της οικογένειας των Σφηνοδοντιδών, της τάξης των ρυγχοκεφαλίων, της οποίας είναι σήμερα ο μοναδικός εκπρόσωπος. Το τυπικό αυτό δείγμα ζωντανού απολιθώματος, που μελετήθηκε μόνο μετά το 1830 και… …   Dictionary of Greek

  • ρυγχοκέφαλα — (Rhynchocephalia). Τάξη ερπετών, που ανήκουν στα λεπιδοσαύρια. Ο κυριότερος εκπρόσωπός τους είναι το γένος σφηνόδους, ένα από τα πιο πρωτόγονα ερπετά, του οποίου υπάρχει μόνο ένα είδος ο σφηνόδους ο στικτός. Η διάκριση ανάμεσα στο σφηνόδοντα και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”